Το μέγεθος του πέους είναι πολύ σημαντικό για πολλούς άνδρες, καθώς τόσο το μήκος όσο και η περιφέρεια του ανδρικού οργάνου συνδέονται με την αρρενωπότητα και τον ανδρισμό. Σε γενικές γραμμές, το μήκος του πέους δεν επηρεάζει τη σεξουαλική λειτουργία, ή τη λειτουργία του ουροποιητικού, αλλά ένα πέος με μέγεθος μικρότερο από αυτό του μέσου όρου ή ακόμα και η υποκειμενική αντίληψη του άνδρα ότι έχει ένα μικρό πέος μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ανδρική αυτοεκτίμηση.
Δυστυχώς κάποιες ιατρικές διαδικασίες μπορεί να οδηγήσουν στη μείωση του μεγέθους του πέους. Σε μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο SexualMedicine Reviews, οι ερευνητές εξέτασαν διάφορες μελέτες σχετικά με τις επιπτώσεις που είχαν στο μέγεθος του πέους, η χειρουργική αντιμετώπιση της νόσου Peyronie, της στυτικής δυσλειτουργίας και του καρκίνου του προστάτη.
Οι ερευνητές εξηγούν ότι τα ευρήματα τους μπορεί να βοηθήσουν τους κλινικούς ώστε να κατευθύνουν τους ασθενείς στο σχηματισμό ρεαλιστικών προσδοκιών από τη θεραπεία τους.
Οι ερευνητές διευκρινίζουν ότι για τη μέτρηση του μήκους του πέους σε χαλαρή κατάσταση ή σε στύση μπορεί να χρησιμοποιηθεί χάρακας ή μεζούρα, για τη μέτρηση του πάχους χρησιμοποιείται μεζούρα, ενώ υπάρχει και η μέθοδος της τρισδιάστατης φωτογραφίας για τη μέτρηση του όγκου. Για τη σωστή εκτίμηση της κάμψης του πέους χρησιμοποιείται μοιρογνωμόνιο μετά από πρόκληση στύσης με φάρμακα.
Πεϊκή Πρόθεση
Η εισαγωγή πεϊκής πρόθεσης είναι μια συχνή θεραπεία για άνδρες με στυτική δυσλειτουργία που δεν ανταποκρίνονται σε άλλου τύπου θεραπείες. Η πεϊκή πρόθεση δίνει τη δυνατότητα στον άνδρα να έχει στύση όποτε το επιθυμεί.
Οι μελέτες, ωστόσο, δείχνουν ότι οι περισσότεροι άνδρες παρατηρούν μείωση στο μήκος του πέους τους μετά το χειρουργείο. Αυτή η παρατήρηση μπορεί να είναι υποκειμενικά αντιλαμβανομένη, μπορεί όμως να επιβεβαιώνεται και με τη μέτρηση του πέους. Η μείωση του πέους αντιλαμβανόμενη ή πραγματική μπορεί να συμβεί μετά το χειρουργείο πεϊκής πρόθεσης λόγω της ίνωσης των σηραγγωδών σωμάτων ή της δημιουργίας ουλώδη ιστού, εξαιτίας της μη μεγέθυνσης της βαλάνου ή λόγω της συγκέντρωσης λιπώδη ιστού στην περιοχή γύρω από το πέος που έχει σαν αποτέλεσμα το όργανο να «κρύβεται» και τέλος επειδή ο άνδρας ενδεχομένως δε θυμάται καλά το μέγεθος του πέους του πριν από το χειρουργείο.
Πολλοί από τους ασθενείς καταλήγουν στη λανθασμένη υπόθεση ότι το χειρουργείο θα αυξήσει το μέγεθος του πέους τους. Οι κλινικοί είναι σημαντικό λοιπόν να διευκρινίσουν στους άνδρες που ετοιμάζονται να υποβληθούν σε χειρουργείο εισαγωγής πεϊκής πρόθεσης ότι αντιθέτως υπάρχει περίπτωση μιας μικρής απώλειας του μήκους του πέους.
Νόσος Peyronie
Η μείωση του μήκους του πέους είναι επίσης ένα συχνό σύμπτωμα της νόσου Peyronie κι εμφανίζεται στο 1/3 των ασθενών. Οι χειρουργικές θεραπείες, όπως είναι οι τεχνικές πτύχωσης ή η εκτομή της πλάκας και η χρήση μοσχεύματος με σκοπό την επιμήκυνση του ινώδη χιτώνα, μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε απώλεια του μήκους του πέους. Πιο πιθανό αυτό είναι να συμβεί με τις τεχνικές πτυχώσεις πάρα με τις τεχνικές επιμήκυνσης.
Οι άνδρες που έχουν υποβληθεί σε ριζική προστατεκτομή ενδέχεται επίσης να έρθουν αντιμέτωποι με μικρότερο μήκος πέους. Κάποιοι ειδικοί προτείνουν ως πιθανή εξήγηση τη χειρουργική σύγκλιση του αυχένα της ουροδόχου κύστης και την ανάπτυξη ινώδη ιστού στο πέος, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις υποξίας του πέους ή τραυματισμού του σηραγγώδους νεύρου.
Άλλα ερευνητικά ευρήματα δείχνουν ότι η μείωση του μήκους του πέους μπορεί να προκύψει και μετά από άλλες θεραπείες αντιμετώπισης του καρκίνου του προστάτη, όπως είναι ο συνδυασμός καταστολής των ανδρογόνων και ακτινοθεραπείας. Οι άνδρες που υποβάλλονται σε αποστέρηση ανδρογόνων είναι επίσης πιθανόν να εμφανίσουν μείωση του μήκους του πέους τους.
Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό για τους ουρολόγους να κατανοήσουν τη σημασία της μείωσης του μεγέθους του πέους που μπορεί να προκληθεί από διάφορες θεραπείες καθώς και τις καταστρεπτικές συνέπειες που μπορεί να έχει στην ψυχολογία των ασθενών που δεν είναι προετοιμασμένοι. Είτε η μείωση του πέους είναι αντιλαμβανόμενη είτε πραγματική, οι κλινικοί θα πρέπει να συμβουλεύσουν τους ασθενείς τους κατάλληλα.