Το τέλος της επιδημίας του AIDS μπορεί να είναι κοντά καθώς μια νέα μελέτη ανακάλυψε ότι άνδρες που είχαν λάβει αντιρετροϊκά φάρμακα δε μπορούσαν πλέον να μεταδώσουν τον ιο στους συντρόφους τους.
Η επιτυχία αυτή της αγωγής σημαίνει ότι αν όλοι οι φορείς του HIV λάμβαναν ολοκληρωμένη αγωγή, θα σταματούσαν να παρουσιάζονται νέα κρούσματα.
Μεταξύ σχεδόν 1000 ζευγαριών ανδρών από όλη την Ευρώπη, από τα οποία ο σύντροφος με HIV λάμβανε αγωγή για την καταστολή του ιού, δεν υπήρξαν περιστατικά μετάδοσης στον υγιή σύντροφο παρά την συνουσία χωρίς προφυλακτικό. Κατά την διάρκεια της οκταετούς έρευνας 15 άνδρες μολύνθηκαν, όμως τα τεστ DNA απέδειξαν ότι αυτό προήλθε από ελεύθερο σεξ με άλλους ασθενείς και όχι με τον σύντροφο που ήταν υπό φαρμακευτική αγωγή.
H καθηγήτρια Alison Rodger του University College London και επικεφαλής της έρευνας που δημοσιεύτηκε στο Lancet Medical Journal αναφέρει ότι: «Πρόκειται για φανταστικά νέα. Ουσιαστικά με αυτό τελειώνει το θέμα». Προγενέστερες μελέτες έχουν ήδη δείξει ότι η θεραπεία προστατεύει και τα ετεροφυλόφιλα ζευγάρια εκ των οποίων ο ένας σύντροφος έχει μολυνθεί από HIV.
«Τα ευρήματά μας παρέχουν αδιαμφησβήτητες αποδείξεις ότι ο κίνδυνος μετάδοσης από ομοφυλόφιλους άνδρες που λαμβάνουν αντιρετροϊκή θεραπεία είναι μηδενικός. Όταν το ιικό φορτίο του HIV δεν ανιχνεύεται, δε μεταδίδεται. Αυτό το μήνυμα μπορεί να βοηθήσει στο τέλος την πανδημίας και να εξαλείψει το στίγμα και την διάκριση την οποία αντιμετωπίζουν πολλοί άνθρωποι. Οι προσπάθειες μας πρέπει τώρα να κατευθυνθούν στην ευρύτερη δυνατή μετάδοση αυτού του μηνύματος και στην εξασφάλιση ότι όσοι είναι θετικοί στον HIV έχουν πρόσβαση σε εξετάσεις, αποτελεσματική θεραπεία και υποστήριξη ώστε να διατηρήσουν το ιικό φορτίο μη ανιχνεύσιμο.»
Το 2017 υπήρχαν σχεδόν 40 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως που ζούσαν με τον HIV, εκ των οποίων τα 21,7 εκατομμύρια ήταν υπό αντιρετροϊκή αγωγή. Υπολογίζεται ότι 101.600 άνθρωποι ζουν με τον ιο στο ΗΒ, από τους οποίους περίπου 7.800 δεν έχουν διαγνωστεί, συνεπώς δεν γνωρίζουν ότι είναι φορείς.
Ο Myron Cohen του UNC Institute for Global Health and Infectious Diseases που εδρεύει στο Chapel Hill της Βόρειας Καρολίνας σχολίασε για τη μελέτη ότι θα πρέπει να ωθήσει προς μια παγκόσμια στρατηγική ελέγχου και θεραπείας όλων όσων είναι θετικοί στον ιο. Σημείωσε όμως ότι η μεγιστοποίηση του οφέλους της θεραπείας έχει αποδειχθεί δύσκολη, ειδικά στους ομοφυλόφιλούς άνδρες.
«Δεν είναι πάντα εύκολο να ελεγχθεί κάποιος για HIV ή να έχει πρόσβαση σε φροντίδα ˙ επιπλέον ο φόβος, ο στιγματισμός, η ομοφοβία και άλλες δυσμενείς κοινωνικές συνθήκες συνεχίζουν να υποσκάπτουν την θεραπευτική προσπάθεια. Η διάγνωση στα πρώτα στάδια είναι δύσκολη, όπου η πιθανότητα μετάδοσης είναι πολύ υψηλή και αυτός ο περιορισμός επίσης δυσκολεύει την χρήση της αγωγής ως στρατηγικής πρόληψης.»
Το ΗΒ πετυχαίνει τον στόχο των Ηνωμένων Εθνών στην προσπάθεια να τερματιστεί η επιδημία.
Σύμφωνα με το National AIDS Trust, το 97% των ανθρώπων που λαμβάνουν αγωγή έχουν μη ανιχνεύσιμα επίπεδα του ιού, συνεπώς δε μπορούν και να τον μεταδώσουν. Όπως σημειώνει η Deborah Gold, διευθύντρια του National AIDS Trust, «αυτό μπορεί να ενδυναμώσει και να καθησυχάσει τους ανθρώπους που ζουν με τον HIV.»
Τα τελευταία ευρήματα υπογραμμίζουν την σημασία των τακτικών ελέγχων, κάτι το οποίο θα μπορούσε να σταματήσει εντελώς την μετάδοση του ιού μελλοντικά. Μετά την κορύφωση του 2005, οι νέες διαγνώσεις μειώνονται σταθερά, με τα στοιχεία του 2017 να δείχνουν πτώση 17% σε σχέση με το 2016 και 28% μείωση σε σχέση με το 2015.
Η καθυστερημένη διάγνωση παραμένει μια μεγάλη πρόκληση η οποία αντιστοιχεί στο 43% των νέων διαγνώσεων. Αυτό επηρεάζει δυσανάλογα συγκεκριμένες δημογραφικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των αφρικανικής καταγωγής ετεροφυλόφιλων και των ανθρώπων ηλικίας άνω των 65 ετών.
Η Gold επισημαίνει ότι «αν δε μειώσουμε τις καθυστερημένες διαγνώσεις θα υπάρχουν πάντα οι άνθρωποι που δεν γνωρίζουν ότι έχουν μολυνθεί, συνεπώς δεν έχουν πρόσβαση σε θεραπεία. Πιστεύουμε ότι αυτά τα ευρήματα μπορούν να αποδειχθούν ευεργετικά στο να σπάσουν τα ταμπού σε συγκεκριμένες κοινότητες όπου το στίγμα είναι πολύ έντονο.»
Παρόλα αυτά οι περικοπές στην χρηματοδότηση των υπηρεσιών υγείας θα δυσκολέψουν αρκετά τον στόχο της εξάλειψης της μετάδοσης μέχρι το 2030.
Ο Jens Lundgren, καθηγητής Λοιμωξιολογίας στο νοσοκομείο Rishospitalet του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης και συν-επικεφαλής της έρευνας, αναφέρει: «Τώρα πλέον έχουμε πειστικές επιστημονικές αποδείξεις ότι η αγωγή αποτρέπει αποτελεσματικά την περαιτέρω μετάδοση του HIV.»
Ο Δρ. Michael Brady, επιστημονικός διευθυντής του Terrence Higgins Trust σημειώνει χαρακτηριστικά ότι «η σημασία αυτών των ευρημάτων δε μπορεί να τονιστεί αρκετά! Η μελέτη μας έχει προσφέρει την σιγουριά να πούμε, υπεράνω πάσης αμφιβολίας, ότι όσοι έχουν μολυνθεί από τον HIV και ακολουθούν την αγωγή τους, δε μπορούν να μεταδώσουν τον ιο στους συντρόφους τους.Αυτό από μόνο του έχει τεράστια επίδραση στις ζωές των ανθρώπων και επιφέρει ένα πολύ δυνατό χτύπημα στο κοινωνικό στίγμα.»