Search
Close this search box.

Νόσος Peyronie: Η συνεισφορά των συντρόφων στην αντιμετώπισή της

Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι οι συζητήσεις πάνω στην διάγνωση και την θεραπεία της νόσου Peyronie θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν και τους δύο συντρόφους, καθώς αυτό κρίνεται συνολικά ωφέλιμο για την σχέση του ζεύγους.

H μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Sexual Medicine είναι μια από τις ελάχιστες στον τομέα που λαμβάνει υπόψη τον ρόλο των συντρόφων στην αντιμετώπιση της νόσου.

Η πάθηση που χαρακτηρίζεται από την δημιουργία πλάκας στο πέος, υπολογίζεται ότι επηρεάζει το 13% των ανδρών παγκοσμίως. Οι πλάκες που δημιουργούνται οδηγούν στην παραμόρφωση του πέους, με πιο χαρακτηρηστική την κάμψη που καθιστά την διείσδυση δύσκολη ή και αδύνατη.

Οι άνδρες που πάσχουν από τη νόσο Peyronie πολλές φορές αναφέρουν πόνο, στυτική δυσλειτουργία, μείωση του μήκους του πέους, άγχος επίδοσης, κατάθλιψη και μια σειρά ακόμα ψυχοκοινωνικών προβλημάτων. Πολλοί μάλιστα αποφεύγουν την σύναψη ερωτικών δεσμών και την ερωτική επαφή.

Η παρούσα μελέτη περιλαμβάνει 44 ετεροφυλόφιλα ζευγάρια που παρακολούθησαν μαζί την πρώτη επίσκεψη αξιολόγησης της νόσου από ουρολόγο – ανδρολόγο. Τα δεδομένα συλλέχτηκαν από τον ιούλιο του 2018 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020.

Όλοι οι άνδρες (μέση ηλικία 56 έτη) συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο Peyronie’s Disease Questionnaire (PDQ) το οποίο αξιολογεί τα συμπτώματα, την ενόχληση και τον πόνο στους άνδρες που πραγματοποίησαν κολπική διείσυση μέσα στο προήγουμενο τρίμηνο. Οι ερευνητές επιπλέον κατέγραψαν το μέγεθος του πέους των ασθενών και τον βαθμό κάμψης.

Οι γυναίκες (μέση ηλικία 54 έτη) συμπλήρωσαν την γυναικεία εκδοχή του PDQ όπως επίσης και το ερωτηματολόγιο Female Sexual Function Index (FSFI).

Οι άνδρες έπασχαν από την νόσο για 12 μήνες κατά μέσο όρο και κατά τον χρόνο της αξιολόγησης η μέση κάμψη του πέους ανερχόταν στις 75 μοίρες. Το 80% βρίσκονταν στο χρόνιο στάδιο της ασθένειας με την παραμόρφωση να έχει σταθεροποιηθεί για τουλάχιστον 6 μήνες και πλέον χωρίς επίπονη στύση.

Σχεδόν το 43% των ασθενών ανέφεραν στυτική δυσλειτουργία και το 68% μείωση του μήκους του πέους από την στιγμή της διάγνωσης.

Με βάση τις επιδόσεις στο FSFI, πάνω από 25% των γυναικών πληρούσαν τα κριτήρια για διάγνωση σεξουαλικής δυσλειτουργίας. Πάνω από τις μισές ανέφεραν σοβαρές ή πολύ σοβαρές δυσκολίες με σεξουαλικές στάσεις που απολάμβαναν στο παρελθόν και το 29% ανέφερε σοβαρή ή πολύ σοβαρή αίσθηση δυσφορίας.

Ο βαθμός της κάμψης και η κατεύθυνσή της δεν φάνηκε να επηρεάζει την δυσκολία ή την δυσφορία των συντρόφων.

Οι ασθενείς και οι σύντροφοί τους ανέφεραν παρόμοιες δυσκολίες με την κολπική διείσδυση, μειωμένη συχνότητα επαφών και ενόχληση από αυτή τη μείωση της συχνότητας.

Παρόλα αυτά, οι άνδρες έδειξαν να ενοχλούνται περισσότερο από τις γυναίκες με την δυσμορφία του πέους σε στύση και εν γένει από τη νόσο κατά την κολπική διείσδυση. Αυτό είναι πολύ πιθανό να οφείλεται σε αισθήματα ανεπάρκειας ή ντροπής που σχετίζονται με την παραμόρφωση.

Η ερευνητική ομάδα συνιστά και στους δυο συντρόφους να εμπλέκονται στην συμβουλευτική διαδικασία και τον σχεδιασμό της θεραπείας, προσθέτοντας ότι η επικοινωνία των συντρόφων είναι πολύ σημαντικό κομμάτι της όλης διαδικασίας.

Η επιστημονική ομάδα αναφέρει τους παρακάτω περιορισμούς στην έρευνα: Το δείγμα ασθενών ήταν μικρό και με δεδομένο ότι η μέση κάμψη ανερχόταν στις 75 μοίρες, το δείγμα είναι πιθανό να αντιπροσωπεύει τις σοβαρότερες περιπτώσεις της νόσου και όχι τον γενικό πληθυσμό των ασθενών.

Επιπλέον όλοι οι συμμετέχοντες στην έρευνα ήταν ετεροφυλόφιλα ζευγάρια που εξασκούν κολπική διείσδυση. Η μελλοντική ερευνητική κατεύθυνση θα πρέπει να συμπεριλάβει διεμφυλικά και μη ετεροφυλόφιλα άτομα καθώς επίσης και άτομα που δεν έχουν διεισδυτικές σεξουαλικές επαφές.

Διαβάστε Επίσης