Η σεξουαλική αποστροφή ορίστηκε σαν διαταραχή στην τέταρτη ανανεωμένη έκδοση του Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (DSM-IV-TR). Σύμφωνα με τον ορισμό αυτό, η σεξουαλική αποστροφή είναι η επίμονη ή επαναλαμβανόμενη αποστροφή και αποφυγή όλων ή σχεδόν όλων των σεξουαλικών επαφών και πράξεων με ερωτικό σύντροφο (Κριτήριο Α), η οποία προκαλεί δυσφορία ή δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις (Κριτήριο Β).
Παρόλα αυτά, η διαταραχή σεξουαλικής αποστροφής έχει αφαιρεθεί στην τελευταία, πέμπτη έκδοση του DSM, το DSM-5. Η απόφαση αυτή πάρθηκε λόγω έλλειψης σχετικής έρευνας πάνω στο θέμα, αν και το DSM-5 συνεχίζει να παρέχει στους γιατρούς την επιλογή να χρησιμοποιήσουν την σεξουαλική αποστροφή στις διαγνώσεις τους, κάτω από το κεφάλαιο «Άλλη ορισμένη σεξουαλική δυσλειτουργία».
Λόγω αυτής ακριβώς της έλλειψης πληροφοριών πάνω στην σεξουαλική αποστροφή και με σκοπό να αποσαφηνιστεί το αν πρέπει να κατηγοριοποιηθεί ως ξεχωριστή διαταραχή, οι ερευνητές διεξήγαν διαδικτυακή έρευνα με την συμμετοχή 1.935 Καναδών ενηλίκων. Ο σκοπός της έρευνας αυτής ήταν να διερευνηθεί η συχνότητα της σεξουαλικής αποστροφής σε μεγάλο δείγμα ενηλίκων και να διευκρινιστούν οι πιθανοί συσχετισμοί της με άλλες σεξουαλικές διαταραχές.
Από το ερωτηματολόγιο που χορηγήθηκε στους συμμετέχοντες, αντλήθηκαν πληροφορίες για το φύλο τους, την ηλικία τους, τον σεξουαλικό προσανατολισμό τους και την οικογενειακή τους κατάσταση. Στη συνέχεια τους ζητήθηκε να αναφέρουν αν στους τελευταίους 6 μήνες έχουν νιώσει άγχος ή αηδία για σεξουαλικές περιστάσεις, αν απέφυγαν όλες ή σχεδόν όλες τις περιστάσεις αυτές και αν τα συμπτώματα αυτά τους ανησυχούσαν. Ο βαθμός δυσφορίας μετρήθηκε με κλίμακα 4 βαθμών που κυμάνθηκε από το 1 (καμιά δυσφορία) έως 4 (σοβαρή δυσφορία). Τέλος συμπληρώθηκαν ερωτήσεις που αξιολογούν της σεξουαλικές δυσκολίες, το άγχος επίδοσης, τη ντροπή για την εικόνα του σώματος, την σεξουαλική θυματοποίηση, την πληροφόρηση πάνω σε θέματα σεξουαλικής υγείας, την σεξουαλική ικανοποίηση και το ψυχολογικό φορτίο.
Η ηλικίες των συμμετεχόντων κυμάνθηκαν από 18 έως 79 ετών, με το 53,5% του δείγματος να είναι γυναίκες, το 42.2% να αποτελείται από άνδρες και το 7.3% από διεμφυλικά ή μη δυαδικά άτομα. Συνολικά ο επιπολασμός των συμπτωμάτων της σεξουαλικής αποστροφής κυμάνθηκε στο 9.7%: 6.9% στους άνδρες, 11.3% στις γυναίκες και 17.1% στα τρανς και μη δυαδικά.
Επιπλέον οι ερευνητές βρήκαν συσχετισμούς μεταξύ των συμπτωμάτων της σεξουαλικής αποστροφής και της ψυχολογικής δυσφορίας, της χαμηλής ικανοποίησης, του άγχους σεξουαλικής επίδοσης και της ντροπής κατά την έκθεση σε σεξουαλικές πληροφορίες.
Αυτή η μελέτη παρέχει χρήσιμες πληροφορίες πάνω στα συμπτώματα της σεξουαλικής αποστροφής πάνω σε ευρύ δείγμα ποικίλων σεξουαλικών προσανατολισμών. Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι τα συμπτώματα μπορεί να είναι πιο έντονα σε διεμφυλικά και μη δυαδικά άτομα και φαίνεται ότι τα συμπτώματα σχετίζονται με τη μη ικανοποίηση από το σεξ και προβλήματα ψυχικής υγείας όπως η κατάθλιψη και το στρες.
Είναι απαραίτητη περαιτέρω έρευνα που θα διευκρινίσει αν η σεξουαλική αποστροφή αποτελεί διακριτή διαταραχή ή αν αποτελεί σύμπτωμα άλλων σεξουαλικών δυσλειτουργιών. Παρόλα αυτά η παρούσα έρευνα προσφέρει μια καλή οπτική πάνω στην ψυχική δυσφορία που προκαλεί η σεξουαλική αποστροφή και επισημαίνει την ανάγκη υποστήριξης των ατόμων που μπορεί να πάσχουν από αυτή.
Πηγή:
Lafortune, D., Dussault, É., Philibert, M., & Godbout, N. (2022). Prevalence and Correlates of Sexual Aversion: A Canadian Community-Based Study. The Journal of Sexual Medicine, 19(8), 1269-1280. DOI: https://doi.org/10.1016/j.jsxm.2022.05.142